Αποκρύπτει τον αληθινό του στόχο, το “γενικότερο σχέδιο ευρείας μεταρρύθμισης της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης” που ανακοίνωσε σήμερα το υπουργείο, στόχος που δεν είναι άλλος από τον περιορισμό του Λυκείου ως αυτόνομη εκπαιδευτική βαθμίδα, καθιστώντας και θεσμικά την Γ’ Λυκείου έτος προπαρασκευαστικό για την τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Όταν η εκπαιδευτική κοινότητα επιζητεί την ανάκτηση του παιδαγωγικού και εκπαιδευτικού χαρακτήρα της Γ’ Λυκείου, το υπουργείο επιλέγει την απόδοση “ξεκάθαρου χαρακτήρα” όπως χαρακτηριστικά λέει σε αυτήν, τον χαρακτήρα του εξεταστικού κέντρου.
Την ίδια στιγμή οι αλλαγές που φέρνει το υπουργείο δεν μειώνουν αλλά επιτείνουν τον ταξικό ρόλο του σχολείου. Είναι σαφές ότι και με το νέο σύστημα η επιτυχία στις εξετάσεις και η εξασφάλιση ενός βαθμού που θα επιτρέπει την είσοδο σε μια σχολή «υψηλής ζήτησης» θα εξαρτώνται από την δυνατότητα κάθε οικογένειας να βάλει βαθιά το χέρι στην τσέπη για αποκτήσει πρόσβαση στη φροντιστηριακή εκπαίδευση.
Αν όλη η καινοτομία και ο εκσυγχρονισμός του συστήματος πρόσβασης ήταν θέμα των Λατινικών, ας πήγαινε χαλάλι, η μάλλον ατεκμηρίωτη κατάργησή τους. Αντί να υιοθετηθούν τρόποι που θα συνέβαλαν στην ανανέωση της προσέγγισής τους και στην κατανόηση της θέσης και της λειτουργίας τους στον χώρο των γλωσσών και των ανθρωπιστικών σπουδών, απλά περιορίζεται η διδασκαλία τους. Αντιστικτικά μπαίνει στην θέση τους η κοινωνιολογία, για την οποία τίποτε δεν εγγυάται ότι δεν θα γίνει ένα ακόμη μάθημα αποστήθισης.
Σε επίπεδο οργάνωσης της διαδικασίας, με πρόσχημα “την συνεργατική λειτουργία των σχολικών μονάδων”, προοιωνίζεται η αλλαγή του καθολικού και ενιαίου χαρακτήρα του εκπαιδευτικού συστήματος και σε επίπεδο εκπαιδευτικής λειτουργίας και σε επίπεδο διοίκησης, με την μεταφορά των ενδοσχολικών εξετάσεων σε επίπεδο δήμων και νομών.
Ο ρόλος του απολυτηρίου στην πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση παραμένει συμβολικός, ενώ συνολικά ο τρόπος πρόσβασης μάλλον κλείνει παρά ανοίγει δρόμους για τους μαθητές και τις μαθήτριες που ανήκουν στις πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, δελεάζοντας τους με τα τμήματα ελεύθερης πρόσβασης, τα οποία θα διαμορφώνονται βεβαίως από την χαμηλή τους ζήτηση, με όρους που μάλλον σχετίζονται με την αγορά παρά με την εκπαίδευση και την μόρφωση. Στην πραγματικότητα η κυβέρνηση θέλει να σπρώξει προκαταβολικά μερίδα των μαθητών στα τμήματα ελεύθερης πρόσβασης, διαμορφώνοντας ταυτόχρονα και με «τυπικό τρόπο» μια εικόνα ανώτατης εκπαίδευσης πολλών ταχυτήτων.
Μαζί με τις οικογένειές τους, οι μαθητές και οι μαθήτριες θα καλούνται να λαμβάνουν σημαντικές αποφάσεις πολύ νωρίτερα και χωρίς να έχουν διέλθει την ύλη της “αναβαθμισμένης” Γ λυκείου. Σε κάθε περίπτωση είναι απαράδεκτο το να καλείται μία μαθήτρια ή ένας μαθητής να αποφασίσει από τη Β΄ Λυκείου σε ποιο περιορισμένο αριθμό τμημάτων θέλει να εισαχθεί.
Η Λαϊκή Ενότητα πιστεύει ότι αυτό που χρειάζεται η ελληνική κοινωνία, οι μαθητές, οι μαθήτριες και οι οικογένειές τους είναι ένα αληθινά δωρεάν και δημόσιο σχολείο, επαρκώς στελεχωμένο και χρηματοδοτούμενο, που θα λειτουργεί με σύγχρονα αναλυτικά προγράμματα, και θα προσφέρει όλες τις αναγκαίες γνώσεις αλλά και τα πνευματικά εφόδια για την ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας.
Ένα αληθινά δημοκρατικό και δίκαιο σύστημα ελεύθερης πρόσβασης για εμάς θα είναι εκείνο που θα διασφαλίζει την άρση των ταξικών και κοινωνικών φραγμών στη μόρφωση για όλα τα παιδιά με:
- Μαζικούς διορισμούς εκπαιδευτικών για να καλυφθούν τα πραγματικά κενά και να μπορεί το σχολείο να προσφέρει όλο το αναγκαίο μορφωτικό του έργο
- Μείωση του αριθμού των παιδιών ανά τμήμα
- Επαγγελματικό Προσανατολισμό
- Παροχή μορφών ενισχυτικής διδασκαλίας εντός του δημόσιου σχολείου, ουσιαστική στήριξη όλων των μαθητών που αντιμετωπίζουν μαθησιακές δυσκολίες.
- Αναμόρφωση των αναλυτικών προγραμμάτων με κριτήριο την ουσιαστική γνώση, την κριτική σκέψη και την καλλιέργεια της πολιτικής και κοινωνικής συνείδησης.
- Κατοχύρωση των επαγγελματικών δικαιωμάτων σε όλα τα τμήματα της Ανώτατης Εκπαίδευσης, δημιουργία νέων θέσεων εργασίας για τους νέους πτυχιούχους.